Επιδότηση στα ουκρανικά

Μετάφραση: επιδότηση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
субсидія, дотація, субсидію, грант, субсидії
Επιδότηση στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιδότηση

επιδότηση ελαιολάδου 2014, επιδότηση για νέους επιχειρηματίες έως 40 ετών, επιδότηση κουφωμάτων, επιδότηση ενοικίου, επιδότηση για αλλαγή κουφωμάτων 2013, επιδότηση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, επιδότηση στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • επιδρομή στα ουκρανικά - цькувати, атакувати, атака, нападати, труїти, ура, рейд
  • επιδόρπιο στα ουκρανικά - десерт
  • επιείκεια στα ουκρανικά - поблажливість, милосердя, потакати, м'якість, потурати, балувати
  • επιεικής στα ουκρανικά - милість, гуманітарний, привілей, поблажливість, людяний, гуманний, потакання, ...
Τυχαίες λέξεις
Επιδότηση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: субсидія, дотація, субсидію, грант, субсидії