Νωθρός στα ουκρανικά
Μετάφραση: νωθρός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
навчання, убогий, вбогий, бідний, убогу
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νωθρός
νωθρός αντίθετο, νωθρός λεξικό, νωθρός ετυμολογία, νωθρός σημασία, νωθρός συνώνυμα, νωθρός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, νωθρός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- νυσταγμένος στα ουκρανικά - млявий, лінивий, дрімаючий, сонливий, сонний, снотворний, ледачий, ...
- νυχτερίδα στα ουκρανικά - дубина, моргати, самостійно, дрюк, кажан, темп, летюча миша
- νωθρότητα στα ουκρανικά - лінивець, лінюху, ленивец, лінивий
- νωπός στα ουκρανικά - вогкий, прісний, змочити, вологий, свіжий, змочувати, новий, ...
Τυχαίες λέξεις
Νωθρός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: навчання, убогий, вбогий, бідний, убогу
Μεταφράσεις: навчання, убогий, вбогий, бідний, убогу