Περιοδικό στα ουκρανικά
Μετάφραση: περιοδικό, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
магазина, теревені, журнал, Відкрийте, Відкрийте для, журналу, часопис
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περιοδικό
περιοδικό ψυχολογία, περιοδικό crash, περιοδικό hello, περιοδικό αρχαιολογία, περιοδικό οκ, περιοδικό λεξικό γλώσσας ουκρανικά, περιοδικό στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- περιοδεύω στα ουκρανικά - екскурсія, тур, коло, круг, мандрівка, тури, тур до, ...
- περιοδικά στα ουκρανικά - зрідка, інколи, періодично, коли-не-коли, час від часу
- περιορίζω στα ουκρανικά - вапнування, ув'язнення, ув'язнювати, обмежувати, побілка, ув'язнити, замкненість, ...
- περιορισμένος στα ουκρανικά - обмежений, обмежене, обмежена
Τυχαίες λέξεις
Περιοδικό στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: магазина, теревені, журнал, Відкрийте, Відкрийте для, журналу, часопис
Μεταφράσεις: магазина, теревені, журнал, Відкрийте, Відкрийте для, журналу, часопис