Περιοδικό στα τούρκικα
Μετάφραση: περιοδικό, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dergi, dergisi, magazine, dergisinin, magazin
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περιοδικό
περιοδικό ψυχολογία, περιοδικό crash, περιοδικό hello, περιοδικό αρχαιολογία, περιοδικό οκ, περιοδικό λεξικό γλώσσας τούρκικα, περιοδικό στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- περιοδεύω στα τούρκικα - turne, tur, turu, tour, gezi
- περιοδικά στα τούρκικα - periyodik, periyodik olarak, aralıklarla, düzenli, düzenli olarak
- περιορίζω στα τούρκικα - indirmek, küçültmek, azaltmak, sınırlandırmak, sınırlamak, hapsetmek, hapsedin, ...
- περιορισμένος στα τούρκικα - kısıtlı, sınırlı, sınırlıdır, kısıtlanmış, yoktur
Τυχαίες λέξεις
Περιοδικό στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: dergi, dergisi, magazine, dergisinin, magazin
Μεταφράσεις: dergi, dergisi, magazine, dergisinin, magazin