Περιοδικό στα σουηδικά
Μετάφραση: περιοδικό, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
magasin, tidskrift, magazine, tidningen, tidskriften
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περιοδικό
περιοδικό ψυχολογία, περιοδικό crash, περιοδικό hello, περιοδικό αρχαιολογία, περιοδικό οκ, περιοδικό λεξικό γλώσσας σουηδικά, περιοδικό στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- περιοδεύω στα σουηδικά - tur, turné, tour, bokning, turnén
- περιοδικά στα σουηδικά - period, periodvis, regelbundet, periodiskt, jämna
- περιορίζω στα σουηδικά - gräns, inskränka, reducera, minska, begränsa, begränsar, begränsas, ...
- περιορισμένος στα σουηδικά - begränsad, begränsat, begränsas, begränsade, restriktioner
Τυχαίες λέξεις
Περιοδικό στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: magasin, tidskrift, magazine, tidningen, tidskriften
Μεταφράσεις: magasin, tidskrift, magazine, tidningen, tidskriften