Περιοδικό στα τσεχικά
Μετάφραση: περιοδικό, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
skladiště, sklad, časopis, magazín, časopisu, zásobník, magazine
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περιοδικό
περιοδικό ψυχολογία, περιοδικό crash, περιοδικό hello, περιοδικό αρχαιολογία, περιοδικό οκ, περιοδικό λεξικό γλώσσας τσεχικά, περιοδικό στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- περιοδεύω στα τσεχικά - cestovat, prohlídka, exkurze, cesta, turné, navštívit, zájezd, ...
- περιοδικά στα τσεχικά - časem, periodicky, pravidelně, pravidelné, opakovaně, periodicky se
- περιορίζω στα τσεχικά - zredukovat, zpomalovat, brzdit, omezit, zmírňovat, zábrana, ohraničení, ...
- περιορισμένος στα τσεχικά - konečný, omezený, omezen, omezena, omezeno, omezeny
Τυχαίες λέξεις
Περιοδικό στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: skladiště, sklad, časopis, magazín, časopisu, zásobník, magazine
Μεταφράσεις: skladiště, sklad, časopis, magazín, časopisu, zásobník, magazine