Ανήσυχα στα πολωνικά

Μετάφραση: ανήσυχα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
nerwowo, niespokojnie, niepewnie, z niepokojem, niepokojem
Ανήσυχα στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανήσυχα

ανήσυχα μωρά, ανήσυχα χρόνια, ανήσυχα πόδια, ανήσυχα νιάτα, ανήσυχα πνεύματα trailer, ανήσυχα λεξικό γλώσσας πολωνικά, ανήσυχα στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • ανήκω στα πολωνικά - dotyczyć, należeć, pochodzić, odnosić, tyczyć, należą, należy, ...
  • ανήμπορος στα πολωνικά - niezaradny, bezsilny, bezradny, bezbronny, bezradni, bezradna
  • ανήσυχος στα πολωνικά - niespokojny, bojaźliwy, bezsenny, zaniepokojony, spostrzegawczy, wrażliwy, lękliwy, ...
  • ανήφορος στα πολωνικά - żmudny, stromy, uciążliwy, stromo, wspiąć się, podejście, wspinanie się, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανήσυχα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: nerwowo, niespokojnie, niepewnie, z niepokojem, niepokojem