Ανήσυχα στα τσεχικά

Μετάφραση: ανήσυχα, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
nervózně, neklidně, stísněně, nejistě, znepokojeně
Ανήσυχα στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανήσυχα

ανήσυχα μωρά, ανήσυχα χρόνια, ανήσυχα πόδια, ανήσυχα νιάτα, ανήσυχα πνεύματα trailer, ανήσυχα λεξικό γλώσσας τσεχικά, ανήσυχα στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • ανήκω στα τσεχικά - příslušet, náležet, patřit, patří, náleží, nepatří
  • ανήμπορος στα τσεχικά - bezradný, bezmocný, bezmocní, bezmocná, bezmocné, bezmocně
  • ανήσυχος στα τσεχικά - chápavý, bystrý, úzkostlivý, dychtivý, starostlivý, úzkostný, bojácný, ...
  • ανήφορος στα τσεχικά - návrší, kopec, namáhavý, obtížný, šplhat, stoupání, výstup, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανήσυχα στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: nervózně, neklidně, stísněně, nejistě, znepokojeně