Ανήσυχα στα ρωσικά

Μετάφραση: ανήσυχα, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
беспокойно, тревожно, беспокойством, с беспокойством, тревогой
Ανήσυχα στα ρωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανήσυχα

ανήσυχα μωρά, ανήσυχα χρόνια, ανήσυχα πόδια, ανήσυχα νιάτα, ανήσυχα πνεύματα trailer, ανήσυχα λεξικό γλώσσας ρωσικά, ανήσυχα στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • ανήκω στα ρωσικά - быть, помещаться, происходить, належать, принадлежать, относиться, находиться, ...
  • ανήμπορος στα ρωσικά - беспомощный, беззащитный, неумелый, нежизнеспособный, беспомощным, беспомощны, беспомощными, ...
  • ανήσυχος στα ρωσικά - взбудораженный, беспокойный, сообразительный, тревожащий, беспокоящийся, понятливый, обеспокоенный, ...
  • ανήφορος στα ρωσικά - подъем, восхождение, набора высоты, набор высоты, подниматься
Τυχαίες λέξεις
Ανήσυχα στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: беспокойно, тревожно, беспокойством, с беспокойством, тревогой