Ανυποχώρητος στα πολωνικά

Μετάφραση: ανυποχώρητος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
uporczywy, wytrzymały, trwały, spoisty, nieustępliwy, wierny, wytrwały, tenacious, nieustępliwa, nieustępliwe
Ανυποχώρητος στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανυποχώρητος

ανυποχώρητος συνώνυμα, ανυποχώρητος λεξικό γλώσσας πολωνικά, ανυποχώρητος στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • ανυπεράσπιστος στα πολωνικά - bezbronny, bezbronni, bezbronne, bezbronnych, bezbronna
  • ανυπομονησία στα πολωνικά - zniecierpliwienie, niecierpliwość, niecierpliwości, zniecierpliwienia, impatience
  • ανυπόμονος στα πολωνικά - bezsenny, ruchliwy, niespokojny, nieczuły, niecierpliwy, zniecierpliwiony, niecierpliwi, ...
  • ανυπόφορος στα πολωνικά - nieznośny, bezkonkurencyjny, do zniesienia, nie do zniesienia, nieznośna, nieznośnym
Τυχαίες λέξεις
Ανυποχώρητος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: uporczywy, wytrzymały, trwały, spoisty, nieustępliwy, wierny, wytrwały, tenacious, nieustępliwa, nieustępliwe