Γεννητικός στα πολωνικά

Μετάφραση: γεννητικός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rodny, rozrodczy, generatywny, wytwórczy, rodzący
Γεννητικός στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γεννητικός

γεννητικός έρπης συμπτώματα, γεννητικός έρπης φωτογραφιες, γεννητικός κύκλος, γεννητικός έρπης θεραπεία, γεννητικός ερπης, γεννητικός λεξικό γλώσσας πολωνικά, γεννητικός στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • γενναιόδωρος στα πολωνικά - szczodry, hojny, szczodrobliwy, ofiarny, wielkoduszny, wspaniałomyślny, szlachetny, ...
  • γενναιότητα στα πολωνικά - animusz, otucha, odwaga, męstwo, waleczność, bravery, odwagi
  • γεννοβολώ στα πολωνικά - powodować, tworzyć, wypracowywać, wywoływać, generować, rodzić, rasa, ...
  • γεννώ στα πολωνικά - ikra, niedźwiedzica, ponosić, skrzep, wytrzymać, wywoływać, mnożyć, ...
Τυχαίες λέξεις
Γεννητικός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: rodny, rozrodczy, generatywny, wytwórczy, rodzący