Παντρεμένος στα πολωνικά

Μετάφραση: παντρεμένος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zamężna, małżeński, żonaty, ślubny, mężatka, ożenił, poślubił, za mąż
Παντρεμένος στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παντρεμένος

παντρεμένος με αλλοδαπή ο καραϊσκάκης της χρυσής αυγής, παντρεμένος με παιδιά, παντρεμένος μπασκετμπολίστας άφησε έγκυο 18χρονη, παντρεμένος ερωτευμένος με άλλη, παντρεμένος ονειροκρίτης, παντρεμένος λεξικό γλώσσας πολωνικά, παντρεμένος στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • παντρειά στα πολωνικά - małżeństwo, małżeństwa, poślubienie, poślubieniu, poślubienia
  • παντρεμένη στα πολωνικά - ślubny, małżeński, żonaty, zamężna, mężatka, ożenił, poślubił, ...
  • παντρεύομαι στα πολωνικά - zaślubić, poślubić, pobierać, poślubiać, wziąć ślub, brać za żonę, śr
  • παντόφλα στα πολωνικά - trzewik, kapeć, ślizgacz, wodzik, pantofel, slipper, Pantofelek, ...
Τυχαίες λέξεις
Παντρεμένος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: zamężna, małżeński, żonaty, ślubny, mężatka, ożenił, poślubił, za mąż