Επεισόδιο στα πορτογαλικά
Μετάφραση: επεισόδιο, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
episódio, episódio de, episode, episódios
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επεισόδιο
επεισόδιο 7 κατω παρταλι, επεισόδιο 135 μπρουσκο, επεισόδιο 129 μπρουσκο, επεισόδιο 134 μπρουσκο, επεισόδιο 374 κλεμμένα όνειρα, επεισόδιο λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, επεισόδιο στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- επαύξηση στα πορτογαλικά - incremento, aumento, incremento de, acréscimo, de incremento
- επείγων στα πορτογαλικά - instar, urgir, urgente, urgentes, urgência, de urgência, premente
- επεκτατικός στα πορτογαλικά - expansivo, expansiva, amplo, ampla, extensa
- επεκτείνω στα πορτογαλικά - alongar, estender, expressão, estenda, expandir, saída, ampliar, ...
Τυχαίες λέξεις
Επεισόδιο στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: episódio, episódio de, episode, episódios
Μεταφράσεις: episódio, episódio de, episode, episódios