Επεισόδιο στα τούρκικα
Μετάφραση: επεισόδιο, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
olay, bölüm, atak, bolum, episode, episod
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επεισόδιο
επεισόδιο 7 κατω παρταλι, επεισόδιο 135 μπρουσκο, επεισόδιο 129 μπρουσκο, επεισόδιο 134 μπρουσκο, επεισόδιο 374 κλεμμένα όνειρα, επεισόδιο λεξικό γλώσσας τούρκικα, επεισόδιο στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- επαύξηση στα τούρκικα - artım, artış, artışı, Arttırma, increment
- επείγων στα τούρκικα - acil, acil bir, acilen, ivedi
- επεκτατικός στα τούρκικα - geniş, geniş bir, genişleyen, yaygın, genişleme
- επεκτείνω στα τούρκικα - genişletmek, uzatmak, uzanan, uzanır, uzatma
Τυχαίες λέξεις
Επεισόδιο στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: olay, bölüm, atak, bolum, episode, episod
Μεταφράσεις: olay, bölüm, atak, bolum, episode, episod