Κλονισμός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: κλονισμός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
zombar, empurrão, sacudindo, tremer, agitando, agitação, tremendo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κλονισμός
νευρικό κλονισμός, νευρικόσ κλονισμόσ, ισχυρόσ κλονισμόσ, κλονισμός γάμου, κλονισμός της πίστης, κλονισμός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κλονισμός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- κλινικός στα πορτογαλικά - clínico, clínica, clínicos, clínicas
- κλινοσκεπάσματα στα πορτογαλικά - alinhar, linho, cama, roupas de cama, roupa de cama, da cama, roupas
- κλοπή στα πορτογαλικά - teatro, furto, roubo, roubo de, o roubo, roubos
- κλοτσώ στα πορτογαλικά - chutar, chute, teclado, pontapé, Chutar, Kicking, Chutando, ...
Τυχαίες λέξεις
Κλονισμός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: zombar, empurrão, sacudindo, tremer, agitando, agitação, tremendo
Μεταφράσεις: zombar, empurrão, sacudindo, tremer, agitando, agitação, tremendo