Κλονισμός στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: κλονισμός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
тресење, тресе, вртејќи, тресат, тресење на
Κλονισμός στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κλονισμός

νευρικό κλονισμός, νευρικόσ κλονισμόσ, ισχυρόσ κλονισμόσ, κλονισμός γάμου, κλονισμός της πίστης, κλονισμός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, κλονισμός στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • κλινικός στα σλαβομακεδονικά - клинички, клиничките, клиничка, клиничката, клиничко
  • κλινοσκεπάσματα στα σλαβομακεδονικά - постелнина, постелнината, кревет, постелнина во
  • κλοπή στα σλαβομακεδονικά - кражба, кражбата, кражба на, кражби, крадење
  • κλοτσώ στα σλαβομακεδονικά - Започнувајќи, корне, Основно, На почетокот, удирање
Τυχαίες λέξεις
Κλονισμός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: тресење, тресе, вртејќи, тресат, тресење на