Κλονισμός στα τούρκικα
Μετάφραση: κλονισμός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sarsma, silkme, sallama, sallayarak, çalkalanarak, çalkalayarak, titriyor
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κλονισμός
νευρικό κλονισμός, νευρικόσ κλονισμόσ, ισχυρόσ κλονισμόσ, κλονισμός γάμου, κλονισμός της πίστης, κλονισμός λεξικό γλώσσας τούρκικα, κλονισμός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- κλινικός στα τούρκικα - klinik, bir klinik
- κλινοσκεπάσματα στα τούρκικα - yatak takımı, yatak, yatak takımları, çarşaf, yataklar
- κλοπή στα τούρκικα - hırsızlık, hırsızlığı, hırsız, hırsızlığa, çalınması
- κλοτσώ στα τούρκικα - tekmelemek, tekme, Kicking, vurunca sarı, tekmeleme, The Kicking
Τυχαίες λέξεις
Κλονισμός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: sarsma, silkme, sallama, sallayarak, çalkalanarak, çalkalayarak, titriyor
Μεταφράσεις: sarsma, silkme, sallama, sallayarak, çalkalanarak, çalkalayarak, titriyor