Κοινότυπος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: κοινότυπος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
trivial, banal, vulgar, trite, banais
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοινότυπος
κοινότυπος σημασια, κοινότοπος κοινότυπος, κοινότυπος λεξικό, κοινότυπος ή κοινότοπος, κοινότυπος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κοινότυπος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- κοινός στα πορτογαλικά - vulgar, publicação, parque, trivial, público, junção, estacionamento, ...
- κοινότητα στα πορτογαλικά - comunidade, profissão, comunidade de, da comunidade, comunitário, comunitária
- κοινώς στα πορτογαλικά - geralmente, comumente, normalmente, vulgarmente, comum
- κοιτάζω στα πορτογαλικά - parecer, aspecto, aparência, olhadela, representar, olhar, semblante, ...
Τυχαίες λέξεις
Κοινότυπος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: trivial, banal, vulgar, trite, banais
Μεταφράσεις: trivial, banal, vulgar, trite, banais