Κοινότυπος στα τούρκικα
Μετάφραση: κοινότυπος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
basmakalıp, trite, bayat, basmakalıpın, basmakalıpın üzerinde
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοινότυπος
κοινότυπος σημασια, κοινότοπος κοινότυπος, κοινότυπος λεξικό, κοινότυπος ή κοινότοπος, κοινότυπος λεξικό γλώσσας τούρκικα, κοινότυπος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- κοινός στα τούρκικα - eklem, ortak, klişe, bayağı, park, yaygın, sizin ortak, ...
- κοινότητα στα τούρκικα - meslek, topluluk, toplum, Topluluğu, yorumu, toplumsal
- κοινώς στα τούρκικα - çoğunlukla, yaygın, sık, yaygın olarak, genellikle
- κοιτάζω στα τούρκικα - benzemek, bakış, beklemek, bakmak, bakabilirsiniz, bakın, görünüyorsun, ...
Τυχαίες λέξεις
Κοινότυπος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: basmakalıp, trite, bayat, basmakalıpın, basmakalıpın üzerinde
Μεταφράσεις: basmakalıp, trite, bayat, basmakalıpın, basmakalıpın üzerinde