Ορθόδοξος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ορθόδοξος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ortodoxo, Ortodoxa, orthodox, ortodoxos, ortodoxas
Ορθόδοξος στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ορθόδοξος

ορθόδοξος λόγος βιβλιοπωλείο, ορθόδοξος λόγος βιβλιοπωλείο αγία παρασκευή, ορθόδοξος ακαδημία κρήτης, ορθόδοξος χριστιανισμός, ορθόδοξος μοναχισμός, ορθόδοξος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ορθόδοξος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ορθογώνιο στα πορτογαλικά - retangular, rectangular, retangulares, rectangulares
  • ορθοδοξία στα πορτογαλικά - ortodoxia, a ortodoxia, orthodoxy, da ortodoxia
  • ορθότητα στα πορτογαλικά - exatidão, exactidão, correção, justeza, correcção
  • ορθώνομαι στα πορτογαλικά - amadurecer, encher, levantar, ascensão, subir, aumentar, erguer-se, ...
Τυχαίες λέξεις
Ορθόδοξος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: ortodoxo, Ortodoxa, orthodox, ortodoxos, ortodoxas