Πηνίο στα πορτογαλικά

Μετάφραση: πηνίο, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
bobina, colher, carretel, de spool, spool de, de carretel
Πηνίο στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πηνίο

πηνίο ηλεκτροβάνας, πηνίο τεσλα, πηνίο ανάφλεξης, πηνίο έλλειψησ τάσησ, πηνίο εργασίας, πηνίο λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πηνίο στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • πηδάλιο στα πορτογαλικά - volante, borracha, leme, guião, inferno, do leme, rudder, ...
  • πηδώ στα πορτογαλικά - saltar, julho, salto, pulo, debruçar, pular, ir, ...
  • πιάνομαι στα πορτογαλικά - aperto, aderência, punho, pega, controle
  • πιάνω στα πορτογαλικά - moer, maleta, colher, prisão, aferrar, gráficos, agarrar, ...
Τυχαίες λέξεις
Πηνίο στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: bobina, colher, carretel, de spool, spool de, de carretel