Πηνίο στα τούρκικα
Μετάφραση: πηνίο, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
rulo, makara, spool, biriktirme, bobin, kuyruk
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πηνίο
πηνίο ηλεκτροβάνας, πηνίο τεσλα, πηνίο ανάφλεξης, πηνίο έλλειψησ τάσησ, πηνίο εργασίας, πηνίο λεξικό γλώσσας τούρκικα, πηνίο στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- πηδάλιο στα τούρκικα - dümen, dümenin, rudder, dümeni
- πηδώ στα τούρκικα - sıçramak, atlamak, atlama, atlayabilirsiniz, jump, atlayabilir
- πιάνομαι στα τούρκικα - kavrama, tutuş, tutma, grip, tutamak
- πιάνω στα τούρκικα - anlamak, sap, tutma, tutuklama, av, kavramak, yakalanmak, ...
Τυχαίες λέξεις
Πηνίο στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: rulo, makara, spool, biriktirme, bobin, kuyruk
Μεταφράσεις: rulo, makara, spool, biriktirme, bobin, kuyruk