Πολιτική στα πορτογαλικά

Μετάφραση: πολιτική, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
polícia, política, política de, políticas, a política, diretiva
Πολιτική στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πολιτική

πολιτική δικονομία, πολιτική άνοιξη, πολιτική είναι η συντονισμένη δράση ατόμων ή κοινωνικών ομάδων με σκοπό να πετύχουν στόχους, πολιτική κηδεία, πολιτική κουζίνα, πολιτική λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πολιτική στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • πολιορκία στα πορτογαλικά - cerco, assédio, sítio, siege, o cerco
  • πολιορκώ στα πορτογαλικά - sitiar, cercar
  • πολιτικός στα πορτογαλικά - político, polido, política, políticas, políticos
  • πολιτισμός στα πορτογαλικά - cultura, a cultura, cultura de, de cultura, da cultura
Τυχαίες λέξεις
Πολιτική στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: polícia, política, política de, políticas, a política, diretiva