Ύψος στα πολωνικά
Μετάφραση: ύψος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wzrost, wyniosłość, wysokość, pagórek, rozkwit, szczyt, apogeum, wysokości, height, wys
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ύψος
ύψος λιάγκα, ύψος διάσημων, ύψος αποζημίωσης δικαστικών αντιπροσώπων 2014, ύψος εκλογικής αποζημίωσης δικαστικών αντιπροσώπων 2014, ύψος παιδιών, ύψος λεξικό γλώσσας πολωνικά, ύψος στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ύφος στα πολωνικά - maniera, styl, stylizowanie, szyk, elegancja, grafion, stylowość, ...
- ύψιστος στα πολωνικά - krańcowy, najdalszy, szczytowy, ostateczny, kraniec, najwyższa, najwyższy, ...
- ύψωση στα πολωνικά - wyniosłość, wysokość, podnoszenie, podniesienie, wzniesienie, wyniesienie, dźwiganie, ...
- ώθηση στα πολωνικά - ofensywa, odrzut, zrzut, naciskać, napęd, impuls, ciąg, ...
Τυχαίες λέξεις
Ύψος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: wzrost, wyniosłość, wysokość, pagórek, rozkwit, szczyt, apogeum, wysokości, height, wys
Μεταφράσεις: wzrost, wyniosłość, wysokość, pagórek, rozkwit, szczyt, apogeum, wysokości, height, wys