Ύψος στα σουηδικά
Μετάφραση: ύψος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
höjd, höjdnivå, höjdpunkt, altitud, topp, höjden
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ύψος
ύψος λιάγκα, ύψος διάσημων, ύψος αποζημίωσης δικαστικών αντιπροσώπων 2014, ύψος εκλογικής αποζημίωσης δικαστικών αντιπροσώπων 2014, ύψος παιδιών, ύψος λεξικό γλώσσας σουηδικά, ύψος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ύφος στα σουηδικά - stil, sätt, mode, style, stilen, utformar
- ύψιστος στα σουηδικά - ytterlig, högsta, högst, största, bästa, störst
- ύψωση στα σουηδικά - stiga, öka, stiger, att stiga, ökar
- ώθηση στα σουηδικά - stöt, dragkraft, tryck, inriktningen, drivkraft, inriktning
Τυχαίες λέξεις
Ύψος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: höjd, höjdnivå, höjdpunkt, altitud, topp, höjden
Μεταφράσεις: höjd, höjdnivå, höjdpunkt, altitud, topp, höjden