Ανακούφιση στα ρουμανικά

Μετάφραση: ανακούφιση, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
ajutor, relief, scutire, de relief, ușurare
Ανακούφιση στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανακούφιση

ανακούφιση από βήχα, ανακούφιση συνώνυμα, ανακούφιση από πονοκέφαλο, ανακούφιση από πόνους περιόδου, ανακούφιση από τσιμπήματα κουνουπιών, ανακούφιση λεξικό γλώσσας ρουμανικά, ανακούφιση στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • ανακοπή στα ρουμανικά - antract, eșec, insuficiență, insuficienta, eșecul, esec
  • ανακουφίζω στα ρουμανικά - uşura, confort, confortul, de confort, un confort, comfort
  • ανακρίβεια στα ρουμανικά - inexactitate, inexactitatea, inexactități, o inexactitate, imprecizie
  • ανακρίνω στα ρουμανικά - grătar, întrebare, interoga, supune unui interogatoriu, interogatoriu, a interoga, interoghezi
Τυχαίες λέξεις
Ανακούφιση στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: ajutor, relief, scutire, de relief, ușurare