Αντικείμενο στα ρουμανικά
Μετάφραση: αντικείμενο, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
complement, obiectiv, obiect, subiect, obiectul, obiectului, obiecte
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντικείμενο
αντικείμενο συνώνυμα, αντικείμενο ρήματος, αντικείμενο αρχαία ελληνικά, αντικείμενο αγγλικά, αντικείμενο στα νέα ελληνικά, αντικείμενο λεξικό γλώσσας ρουμανικά, αντικείμενο στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- αντικαταστάτης στα ρουμανικά - suplinitor, substitut, înlocuitor, Membri supleanți, supleant, substitui
- αντικατοπτρίζω στα ρουμανικά - oglindi, oglindă, reflectată, reflectat, reflectă, reflectata, reflectate
- αντικειμενικός στα ρουμανικά - obiectiv, obiective, obiectivul, obiectivă, obiectivului
- αντικρίζω στα ρουμανικά - grimasă, privire, fa, faţă, confrunta, confrunte, se confrunte, ...
Τυχαίες λέξεις
Αντικείμενο στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: complement, obiectiv, obiect, subiect, obiectul, obiectului, obiecte
Μεταφράσεις: complement, obiectiv, obiect, subiect, obiectul, obiectului, obiecte