Γήρανση στα ρουμανικά
Μετάφραση: γήρανση, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
îmbătrânire, imbatranire, îmbătrânirea, de imbatranire, îmbătrânirii
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γήρανση
γήρανση του δέρματος, γήρανση μετάλλων, γήρανση ωαρίων, γήρανση προσώπου, γήρανση κυττάρων, γήρανση λεξικό γλώσσας ρουμανικά, γήρανση στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- γέφυρα στα ρουμανικά - pod, punte, podul, de pod, bridge
- γήινος στα ρουμανικά - pământesc, pământească, pământești, pe pământ, pamanteasca
- γίγαντας στα ρουμανικά - gigantic, uriaş, gigant, uriaș, gigantul, urias
- γίδα στα ρουμανικά - capră, de capră, capra, caprine, capre
Τυχαίες λέξεις
Γήρανση στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: îmbătrânire, imbatranire, îmbătrânirea, de imbatranire, îmbătrânirii
Μεταφράσεις: îmbătrânire, imbatranire, îmbătrânirea, de imbatranire, îmbătrânirii