Δίκη στα ρουμανικά
Μετάφραση: δίκη, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
test, proces, studiu, încercare, judecată, trial
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δίκη
δίκη μάριου παπαγεωργίου, δίκη παπαγεωργόπουλου, δίκη υπεξαίρεσης, δίκη της δευτέρας, δίκη προθέσεων, δίκη λεξικό γλώσσας ρουμανικά, δίκη στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- δίκαια στα ρουμανικά - destul de, destul, corect, relativ, echitabil
- δίκαιος στα ρουμανικά - corect, frumos, chiar, drept, doar, numai, echitabil, ...
- δίκτυο στα ρουμανικά - plasă, reţea, rețea, rețeaua, de rețea, rețelei, retea
- δίλημμα στα ρουμανικά - dilemă, dilema, dileme, dilemei
Τυχαίες λέξεις
Δίκη στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: test, proces, studiu, încercare, judecată, trial
Μεταφράσεις: test, proces, studiu, încercare, judecată, trial