Δίκη στα σουηδικά

Μετάφραση: δίκη, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
rättegång, mål, förhör, försök, process, prov, prövning, försöket, försöks
Δίκη στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δίκη

δίκη μάριου παπαγεωργίου, δίκη παπαγεωργόπουλου, δίκη υπεξαίρεσης, δίκη της δευτέρας, δίκη προθέσεων, δίκη λεξικό γλώσσας σουηδικά, δίκη στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • δίκαια στα σουηδικά - någorlunda, ganska, tämligen, relativt, rättvist, rätt
  • δίκαιος στα σουηδικά - rättvis, endast, exakt, blott, skön, vacker, bara, ...
  • δίκτυο στα σουηδικά - nät, nätverk, nätverket, nätverks, nätet
  • δίλημμα στα σουηδικά - dilemma, dilemmat
Τυχαίες λέξεις
Δίκη στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: rättegång, mål, förhör, försök, process, prov, prövning, försöket, försöks