Ενοποιώ στα ρουμανικά

Μετάφραση: ενοποιώ, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
uni, unifica, unifice, unificarea, unificare
Ενοποιώ στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενοποιώ

ενοποιώ λεξικό γλώσσας ρουμανικά, ενοποιώ στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • ενοικιάζω στα ρουμανικά - chirie, inchiriat, inchiriere, închiriat, chiria
  • ενοποίηση στα ρουμανικά - fuziune, consolidare, consolidarea, de consolidare, consolidării, consolidare a
  • ενορία στα ρουμανικά - parohie, parohială, paroh, parohia, parohiei
  • ενοχή στα ρουμανικά - vinovăție, vină, vina, vinovăția, vinovăției
Τυχαίες λέξεις
Ενοποιώ στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: uni, unifica, unifice, unificarea, unificare