Ενοποιώ στα σουηδικά

Μετάφραση: ενοποιώ, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
förena, anknyta, ena, förenar, harmonisera, likrikta
Ενοποιώ στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενοποιώ

ενοποιώ λεξικό γλώσσας σουηδικά, ενοποιώ στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • ενοικιάζω στα σουηδικά - hyra, hyran, uthyrning, uthyres, hyres
  • ενοποίηση στα σουηδικά - konsolidering, konsolideringen, konsoliderings, konsolidera
  • ενορία στα σουηδικά - kommun, pastorat, socken, församling, församlingen, församlings, socknen
  • ενοχή στα σουηδικά - skuld, skulden, skuldkänslor, guilt
Τυχαίες λέξεις
Ενοποιώ στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: förena, anknyta, ena, förenar, harmonisera, likrikta