Κολλάρισμα στα ρωσικά

Μετάφραση: κολλάρισμα, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
соус, повязка, одевание, перевязочный, выделка
Κολλάρισμα στα ρωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κολλάρισμα

κολλάρισμα δαντέλας, κολλάρισμα πλεκτών, κολλάρισμα κεντημάτων, κολλάρισμα ρούχων, κολλάρισμα χαλιών, κολλάρισμα λεξικό γλώσσας ρωσικά, κολλάρισμα στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • κολιγιά στα ρωσικά - наем, аренда, Crofters
  • κολικός στα ρωσικά - резь, колика, колики, колик, коликах, колике
  • κολλαρίζω στα ρωσικά - чопорность, накрахмалить, крахмал, энергия, церемонность, kollarizo
  • κολλητικός στα ρωσικά - заразительный, вязкий, липкий, контагиозный, прилипчивый, заразный, передающийся, ...
Τυχαίες λέξεις
Κολλάρισμα στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: соус, повязка, одевание, перевязочный, выделка