Εντός στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: εντός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
во рамките на, во, во рамките, во рок од, во рок
Εντός στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εντός

εντός κρεβάτια, εντός καναπέδες, εντός παιδιάς, εντός εκτός, εντός εκτός και επί τα αυτά, εντός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, εντός στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • εντυπωσιάζω στα σλαβομακεδονικά - импресионираат, импресионира, ги импресионираат, ги импресионира, се импресионира
  • εντυπωσιακός στα σλαβομακεδονικά - импресивен, импресивна, импресивни, импресивната, импресивно
  • εντύπωση στα σλαβομακεδονικά - впечаток, впечатокот, импресија
  • ενυδρείο στα σλαβομακεδονικά - аквариум, аквариуми, аквариумот, aquarium
Τυχαίες λέξεις
Εντός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: во рамките на, во, во рамките, во рок од, во рок