Εντός στα φινλανδικά

Μετάφραση: εντός, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
sisällä, kuluessa, alueella, puitteissa, kuuluvat
Εντός στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εντός

εντός κρεβάτια, εντός καναπέδες, εντός παιδιάς, εντός εκτός, εντός εκτός και επί τα αυτά, εντός λεξικό γλώσσας φινλανδικά, εντός στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • εντυπωσιάζω στα φινλανδικά - vaikuttaa, painama, juurruttaa, tähdentää, painottaa, vaikutuksen, yllättää, ...
  • εντυπωσιακός στα φινλανδικά - hemaiseva, pökerryttävä, lamauttava, vangitseva, vaikuttava, vaikuttavia, vaikuttavan, ...
  • εντύπωση στα φινλανδικά - painautuma, jälki, leima, vaikutelma, painatus, vaikutus, painos, ...
  • ενυδρείο στα φινλανδικά - akvaario, Aquarium, Akvaariot, akvaarion, akvaariossa
Τυχαίες λέξεις
Εντός στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: sisällä, kuluessa, alueella, puitteissa, kuuluvat