Κωνοφόρος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: κωνοφόρος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
зимзелени, иглолисни, четинарски, четинари, листопадни
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κωνοφόρος
κωνοφόρος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, κωνοφόρος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- κωμωδία στα σλαβομακεδονικά - комедија, комедијата, комедии
- κωνικός στα σλαβομακεδονικά - конусна, конусни, конусната, конусно, конусните
- κωπηλασία στα σλαβομακεδονικά - веслање, веслачки, во веслање, веслањето, веслач
- κωπηλατώ στα σλαβομακεδονικά - кану, кајакарство, кајак
Τυχαίες λέξεις
Κωνοφόρος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: зимзелени, иглолисни, четинарски, четинари, листопадни
Μεταφράσεις: зимзелени, иглолисни, четинарски, четинари, листопадни