Κωνοφόρος στα ρωσικά

Μετάφραση: κωνοφόρος, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
хвойный, хвойные, хвойных, хвойно, хвойные породы
Κωνοφόρος στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κωνοφόρος

κωνοφόρος λεξικό γλώσσας ρωσικά, κωνοφόρος στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • κωμωδία στα ρωσικά - комедия, Комедии, Приколы, Comedy, комедию
  • κωνικός στα ρωσικά - конусообразный, конусный, конический, конической, коническая, коническую, конические
  • κωπηλασία στα ρωσικά - гребля, гребной, гребле, гребная, гребли
  • κωπηλατώ στα ρωσικά - загребать, гребля, ряд, свалка, перебранка, протестовать, гвалт, ...
Τυχαίες λέξεις
Κωνοφόρος στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: хвойный, хвойные, хвойных, хвойно, хвойные породы