Επιληψία στα σλοβενικά
Μετάφραση: επιληψία, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
epilepsija, epilepsijo, epilepsije, epilepsiji
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιληψία
επιληψία θεραπεία, επιληψία αντιμετώπιση, επιληψία και οδήγηση, επιληψία σε παιδιά, επιληψία συμπτώματα, επιληψία λεξικό γλώσσας σλοβενικά, επιληψία στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- επιλεκτικός στα σλοβενικά - selektivní, selektivna, selektivno, selektivni, selektivne, selektiven
- επιληπτικός στα σλοβενικά - epileptik, epileptični, epilepsijo, epilepsiji, epileptiformni
- επιλογή στα σλοβενικά - izbor, izbira, možnost, opcija, možnosti
- επιμέλεια στα σλοβενικά - péče, píle, skrbništvo, skrbništva, vzgoje, omejitev prostosti, skrbniški
Τυχαίες λέξεις
Επιληψία στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: epilepsija, epilepsijo, epilepsije, epilepsiji
Μεταφράσεις: epilepsija, epilepsijo, epilepsije, epilepsiji