Επιληψία στα φινλανδικά
Μετάφραση: επιληψία, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
epilepsia, epilepsian, epilepsiaa, epilepsiaan, on epilepsia
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιληψία
επιληψία θεραπεία, επιληψία αντιμετώπιση, επιληψία και οδήγηση, επιληψία σε παιδιά, επιληψία συμπτώματα, επιληψία λεξικό γλώσσας φινλανδικά, επιληψία στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- επιλεκτικός στα φινλανδικά - nirso, valikoiva, selektiivinen, valikoivaa, valikoivan, valikoivia
- επιληπτικός στα φινλανδικά - epileptinen, epileptisiä, epileptisen, epileptiset, epileptisten
- επιλογή στα φινλανδικά - oiva, valikoima, vaihtoehto, optio, ote, valinta, mahdollisuus, ...
- επιμέλεια στα φινλανδικά - touhu, ahertaminen, toiminta, ahkeruus, aherrus, huolto, huoltoa, ...
Τυχαίες λέξεις
Επιληψία στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: epilepsia, epilepsian, epilepsiaa, epilepsiaan, on epilepsia
Μεταφράσεις: epilepsia, epilepsian, epilepsiaa, epilepsiaan, on epilepsia