Οροφή στα σλοβενικά
Μετάφραση: οροφή, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
streha, krov, streho, strehe, strehi, strešna
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οροφή
οροφή ορυκτής ίνας, οροφή ορισμός, οροφή τα 4.800 ευρώ τον χρόνο για το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, οροφή λεξικο, οροφή μπάνιου, οροφή λεξικό γλώσσας σλοβενικά, οροφή στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- ορολογία στα σλοβενικά - terminologija, terminologije, terminologijo, izrazoslovje, terminologiji
- οροπέδιο στα σλοβενικά - plató, planota, plateau, planote, plato, planoto
- ορτύκι στα σλοβενικά - prepelice, prepelica, prepelicah, prepelic, quail
- ορυκτολογία στα σλοβενικά - mineralogy, mineralogija, mineralogiji, mineralogijo, mineralogije
Τυχαίες λέξεις
Οροφή στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: streha, krov, streho, strehe, strehi, strešna
Μεταφράσεις: streha, krov, streho, strehe, strehi, strešna