Οροφή στα τούρκικα

Μετάφραση: οροφή, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çatı, dam, tavan, roof, çatısı, bir çatı
Οροφή στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οροφή

οροφή ορυκτής ίνας, οροφή ορισμός, οροφή τα 4.800 ευρώ τον χρόνο για το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, οροφή λεξικο, οροφή μπάνιου, οροφή λεξικό γλώσσας τούρκικα, οροφή στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • ορολογία στα τούρκικα - terminoloji, terminolojisi, terimler, terminolojinin
  • οροπέδιο στα τούρκικα - yayla, Plateau, plato, platosu, yaylası
  • ορτύκι στα τούρκικα - bıldırcın, Quail, bıldırcını, bıldırcınların, adet bıldırcın
  • ορυκτολογία στα τούρκικα - mineraloji, mineralojisi, mineralogy, mineralojik, minerolojisi
Τυχαίες λέξεις
Οροφή στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: çatı, dam, tavan, roof, çatısı, bir çatı