Οροφή στα λευκορωσικά

Μετάφραση: οροφή, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дах, столь, страха, крыша
Οροφή στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οροφή

οροφή ορυκτής ίνας, οροφή ορισμός, οροφή τα 4.800 ευρώ τον χρόνο για το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, οροφή λεξικο, οροφή μπάνιου, οροφή λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, οροφή στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • ορολογία στα λευκορωσικά - тэрміналогія, тэрміналёгія
  • οροπέδιο στα λευκορωσικά - плато, плято
  • ορτύκι στα λευκορωσικά - пераспяваў, перапёлка, перапёлкі, ў перапёлкi
  • ορυκτολογία στα λευκορωσικά - мінералогія, мінералогіі
Τυχαίες λέξεις
Οροφή στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: дах, столь, страха, крыша