Αδέσποτος στα σουηδικά
Μετάφραση: αδέσποτος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ownerless, ägarlöst, herrelösa, herrelös
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αδέσποτος
αδέσποτος σκύλος, νικόλαος αδέσποτος, αδέσποτος σκύλος ζούσε στα σκουπίδια και όταν σώθηκε έκανε κάτι απίστευτο, αδέσποτος συνώνυμα, αδέσποτος εξωπλανήτης, αδέσποτος λεξικό γλώσσας σουηδικά, αδέσποτος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- αδέξιος στα σουηδικά - tafatt, klumpig, slöfock, sloka, slouch, slokandehatt
- αδέσμευτος στα σουηδικά - unattached, lös, obundet, obunden, icke fastsatta
- αδίκημα στα σουηδικά - anstöt, brott, brottet, brott som, överträdelsen, förseelse
- αδίστακτος στα σουηδικά - hänsynslös, hänsynslösa, hänsynslöst, skoningslös, skoningslösa
Τυχαίες λέξεις
Αδέσποτος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: ownerless, ägarlöst, herrelösa, herrelös
Μεταφράσεις: ownerless, ägarlöst, herrelösa, herrelös