Αδέσποτος στα τούρκικα

Μετάφραση: αδέσποτος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sahipsiz, ownerless, fazla sahipsiz, sahipsiz veya
Αδέσποτος στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αδέσποτος

αδέσποτος σκύλος, νικόλαος αδέσποτος, αδέσποτος σκύλος ζούσε στα σκουπίδια και όταν σώθηκε έκανε κάτι απίστευτο, αδέσποτος συνώνυμα, αδέσποτος εξωπλανήτης, αδέσποτος λεξικό γλώσσας τούρκικα, αδέσποτος στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • αδέξιος στα τούρκικα - sakar, beceriksiz, sarkma, tembel, slouch, sarkıtmak
  • αδέσμευτος στα τούρκικα - bekâr, serbest, unattached, ekli olmayan, bağlı olmayan
  • αδίκημα στα τούρκικα - suç, Hücum, suçun, suçtur, suçu
  • αδίστακτος στα τούρκικα - acımasız, acımasız bir, acımasızca, amansız, merhametsiz
Τυχαίες λέξεις
Αδέσποτος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: sahipsiz, ownerless, fazla sahipsiz, sahipsiz veya