Ευτυχισμένος στα σουηδικά
Μετάφραση: ευτυχισμένος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
lycklig, glad, lyckligt, glada, gärna
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευτυχισμένος
ευτυχισμένος άνθρωπος, ευτυχισμένος πρίγκιπας, ευτυχισμένος που έκανε το ταξίδι του οδυσσέα σεφερης, ευτυχισμένος γάμος, ευτυχισμένος συνώνυμα, ευτυχισμένος λεξικό γλώσσας σουηδικά, ευτυχισμένος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ευτυχία στα σουηδικά - tur, förmögenhet, lycka, lyckan, glädje
- ευτυχισμένα στα σουηδικά - lycklig, glad, lyckligt, glada, gärna
- ευτυχώς στα σουηδικά - lyckligtvis, tur, som tur, tur är, som tur är
- ευυπόληπτος στα σουηδικά - ansedda, ansedd, välrenommerade, välrenommerat, seriös
Τυχαίες λέξεις
Ευτυχισμένος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: lycklig, glad, lyckligt, glada, gärna
Μεταφράσεις: lycklig, glad, lyckligt, glada, gärna