Παραγωγικότητα στα σουηδικά
Μετάφραση: παραγωγικότητα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
produktivitet, produktiviteten, produktivitets, produktivitetstillväxten
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παραγωγικότητα
παραγωγικότητα επιχειρησης, παραγωγικότητα και αμοιβή εργασίας, παραγωγικότητα στην εκπαίδευση, παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα, παραγωγικότητα εργασίας τυπος, παραγωγικότητα λεξικό γλώσσας σουηδικά, παραγωγικότητα στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- παραγωγή στα σουηδικά - vinst, produktion, avkastning, alstring, inbringa, produktionen, produktions, ...
- παραγωγικός στα σουηδικά - produktiv, produktiva, produktivt, produktions, produktion
- παραγωγός στα σουηδικά - producent, tillverkare, producenten, tillverkaren
- παραδέρνω στα σουηδικά - flundra, skrubbskädda, flundran, flundror
Τυχαίες λέξεις
Παραγωγικότητα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: produktivitet, produktiviteten, produktivitets, produktivitetstillväxten
Μεταφράσεις: produktivitet, produktiviteten, produktivitets, produktivitetstillväxten