Εγκάθετος στα τούρκικα

Μετάφραση: εγκάθετος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dil, söz, oturmak, oturup, sit, yaslanın, yaslanarak
Εγκάθετος στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εγκάθετος

εγκάθετος ορισμός, εγκάθετος λεξικό, εγκάθετος λεξικό γλώσσας τούρκικα, εγκάθετος στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • εγγύτητα στα τούρκικα - yakınlık, yakınlığı, yaklaşım, noktalarına yakınlığı, gibi noktalarına yakınlığı
  • εγείρομαι στα τούρκικα - artış, yükselmeye, artmaya, yükselecek, yükselme
  • εγκάρδιος στα τούρκικα - içten, sevimli, candan, doyurucu, doyurucu bir, leziz, bol
  • εγκέφαλος στα τούρκικα - beyni, zihin, akıl, beyin, beynin
Τυχαίες λέξεις
Εγκάθετος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: dil, söz, oturmak, oturup, sit, yaslanın, yaslanarak