Εποχή στα τούρκικα
Μετάφραση: εποχή, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
devir, zaman, eyyam, çağ, yaşlanmak, yaş, sezon, Bu sezon, şampiyonu sezon, sezonu
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εποχή
εποχή του χαλκού, εποχή δημιουργίας, εποχή συνώνυμα, εποχή φράουλας, εποχή μπαρόκ, εποχή λεξικό γλώσσας τούρκικα, εποχή στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- επουσιώδης στα τούρκικα - önemsiz, maddi olmayan, manevi, maddi, önemsizdir
- εποφθαλμιώ στα τούρκικα - imrenmek, göz diken, covet, gıpta etmek
- εποχικός στα τούρκικα - mevsimsellik, mevsimsel, mevsimselliğin, mevsimselliği
- επτά στα τούρκικα - yedi
Τυχαίες λέξεις
Εποχή στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: devir, zaman, eyyam, çağ, yaşlanmak, yaş, sezon, Bu sezon, şampiyonu sezon, sezonu
Μεταφράσεις: devir, zaman, eyyam, çağ, yaşlanmak, yaş, sezon, Bu sezon, şampiyonu sezon, sezonu