Καθαρός στα τούρκικα

Μετάφραση: καθαρός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
temiz, saf, boş, temizlemek, açık, net, berrak, açıkça, belirgin
Καθαρός στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καθαρός

καθαρός αριθμός, καθαρόσ κύκλοσ εργασιών, καθαρός βασικος μισθος 2014, καθαρός συνώνυμο, καθαρός μισθός, καθαρός λεξικό γλώσσας τούρκικα, καθαρός στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • καθαριστήριο στα τούρκικα - çamaşır, Çamaşırhane, çamaşır yıkama, laundry, Çamaşırını Yıkama İmkanı
  • καθαριστής στα τούρκικα - temizleyici, arıtıcı, arıtma, temizleme, temizleme cihazı
  • καθελκύω στα τούρκικα - kurmak, başlatıldı, başlatılır, başlatıldığında, piyasaya sürüldü, başlatılan
  • καθεστώς στα τούρκικα - hükümet, rejim, rejimi, rejiminin, rejimin
Τυχαίες λέξεις
Καθαρός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: temiz, saf, boş, temizlemek, açık, net, berrak, açıkça, belirgin