Καθαρός στα δανικά

Μετάφραση: καθαρός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
rense, ren, klar, klart, klare, fremgår
Καθαρός στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καθαρός

καθαρός αριθμός, καθαρόσ κύκλοσ εργασιών, καθαρός βασικος μισθος 2014, καθαρός συνώνυμο, καθαρός μισθός, καθαρός λεξικό γλώσσας δανικά, καθαρός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • καθαριστήριο στα δανικά - vaskeri, Tøjvask, Vaskerum, Vaskerum med, vasketøj
  • καθαριστής στα δανικά - purifier, renser, luftrenser
  • καθελκύω στα δανικά - lanceres, startes, er lanceret, iværksættes, bliver lanceret
  • καθεστώς στα δανικά - regering, regime, ordning, ordningen, regimet, styre
Τυχαίες λέξεις
Καθαρός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: rense, ren, klar, klart, klare, fremgår